Σάββατο 5 Ιουλίου 2014

«Σήκω», είπε η πανοπλία!


του Δημοσθένη Μπρούσαλη


Ιππότες με γυαλιστερή πανοπλία. Και λευκό άτι. Τι απάτη!
Δεν τα βρίσκουμε. Από παιδί. Με φτιάχνουν άγρια.

Η δική μου πανοπλία, γκρί. Δεν γυαλίζει. Καιρό τώρα. Γεμάτη σημάδια. Από μάχες. Από μονομαχίες. Από λάθη. Από δράκους. Κυρίως, δράκους.
Κοίτα προσεκτικά. Εδώ, την πέρασε το βέλος. Και το σπαθί. Το ατσάλι το άπονο. Και το νύχι. Το δόντι το μυτερό.

Από κάτω, στο κορμί, τα σημάδια. Στα ίδια σημεία. Παράσημα απαιτητικά. Ολοζώντανα. Που μάτωσαν. Ακόμη τραβάνε άμα το πάει για βροχή.
Η υγρασία. Μεγάλος εχθρός. Κοίτα, έχει και λίγη σκουριά. Να, εκεί. Μέταλλο είναι. Σκουριάζει.

Δεν μεγάλωσα με πανοπλία. Αλλιώς με μεγάλωσαν. Με παραμύθια. Προστατευμένο. «Και έζησαν αυτοί καλά». Έτοιμος, μα για κόσμο χωρίς δράκους. Τους κρύβαμε προσεκτικά στο σπίτι. Δεν υπήρχαν.
Υπάρχουν όμως. Ευτυχώς, το κατάλαβα νωρίς. Από τα εικοσιένα μου τους παλεύω. Και έφτασα πενήντα δυό. Βετεράνος. Επιζών.

Στον πρώτο, αιφνιδιάστηκα. Δεν ήξερα. Επέζησα. Εύκολα όχι, μα επέζησα. Να, δες. Το βλέπεις το σημάδι στο στήθος; Εδώ, το μεγάλο. Το βαθύ.  Eκεί με βρήκε.

Άρχισα λοιπόν να φτιάχνω τη πανοπλία που βλέπεις. Αυτή, τη γκρί. Που δεν γυαλίζει. Σχεδόν δεν την βλέπεις. Το ρουφάει το φως. Έτσι πρέπει. Έτσι μου πρέπει.
Από τότε τη φοράω. Όταν χρειάζεται. Κάποιες φορές και όταν δεν χρειάζεται. Αλλά, βλέπεις, πιο γρήγορα τα αντανακλαστικά από το μυαλό. Από το συναίσθημα. Μερικές φορές το καταλαβαίνω το λάθος. Άλλες όχι. Άλλωστε τι να πεις άμα πληγώσεις άδικα;

Την έφτιαξα μόνος. Καλοί οι τεχνήτες. Άξιοι. Άρτιοι. Μα πώς να ξέρουν που πονάς; Τι θέλεις να καλύψεις;
Κάποια πράγματα δεν τα μολογάς. Σε κανέναν. Ούτε του παπά. Ούτε του σιδερά. Ούτε σε σένα τον ίδιο.

Κοίτα εδώ, στα γόνατα. Βλέπεις τα σημάδια στο μέταλλο; Aπό τα πεσίματα. Αμέτρητα. Άγαρμπα. Κάθε πέσιμο και σήκωμα. Πώς αλλιώς; Μην περιμένεις να σου πεί κάποιος «σήκω». Κανείς δεν θάρθει. Ποιόν περιμένεις. Εσύ είσαι εδώ. Εσύ και η πανοπλία

Στο δεξί, στο μπράτσο το ατσάλινο, χαρακιές από λεπίδα. Σημάδια από ήττες. Κάθε χαρακιά και ήττα. Λίγες. Αλλά βαθειές. Κάθε φορά κάνω μία. Για να θυμάμαι. Λες και ξεχνάς ποτέ!
Όποιος ξεχνάει, χάνεται. Όποιος δεν κινείται πάει πίσω. Γι’αυτό σημαδεύω τις ήττες. Μόνο. Τις νίκες, γιατί; Δεν ψάχνω μπράβο. Ούτε ζήτω. Και άμα τ’ακούω, ζορίζομαι. Φεύγω. Αρκεί που μπορώ να πάω παρακάτω. Ολόκληρος. Μου αρκεί.

Το προσωπείο, ανεβασμένο. Πάντα. Η ματιά ελεύθερη. Σαν τη καρδιά. Ίσια το βλέμμα. Κοφτερό. Σαν το ατσάλι το άπονο. Στο στόχο. Στα άλλα μάτια. Θέλω να ξέρει. Να δεί ότι δεν φοβάμαι. Ότι διεκδικώ. Πώς, άμα φοράς προσωπείο;

Πάει καιρός που δεν φοβάμαι τους δράκους. Τους ξέρω. Τους έχω. Και εκείνο τον πρώτο, τον έψαξα. Δεν θα πληγώσει άλλο νεαρό κορμί. Ποτέ ξανά.
Δίπλα μου, μια φούχτα ακόμη. Βετεράνοι και αυτοί. Με ουλές. Φίλοι από τους πολέμους. Που μιλάνε με τα μάτια. Με γκρί πανοπλίες, όλοι. Που δεν γυαλίζουν στον ήλιο. Γεμάτες σημάδια. Ο σεβασμός της μάχης. Της επιβίωσης. Καθένας τους, κάνει για 100.

Ναι, μπορώ να πάρω άλλη πανοπλία. Εδώ και χρόνια. Τι ρωτάς;
Μπορώ. Την καλύτερη. Τη πιο γυαλιστερή. Σαν καθρέφτη. Σαν αυτές των ιπποτών με το άσπρο άτι. Για παρέλαση. Για θέαμα. Για τα κοριτσάκια. Που ονειρεύονται το λεβέντη που θα τις πάρει από το χέρι. Που θα τους πεί «πάμε μαζί». Τον ψηλό με το αγέρωχο βλέμμα. «Και έζησαν αυτοί καλά».

Δεν είμαι τέτοιος. Μην έρθεις σε μένα γι’αυτά. Η δική μου ιστορία έχει δράκους. Σου το είπα. Δράκους, και χαρακιές από ήττες. Από νίκες, γιατί;
Δεν είμαι για παρέλαση. Είμαι για τα δύσκολα. Τα ζόρικα. Τα όμορφα. Τα γρήγορα. Του ένστικτου, όχι του μυαλού. Του αντανακλαστικού. Που, καμμιά φορά, πληγώνει και όσους δεν πρέπει.

Εγώ είμαι για δράκους. Για όταν θέλεις κάποιον που δεν φοβάται. Που η πανοπλία του αντέχει. Που έχει πάντα το προσωπείο ανεβασμένο. Και τη ματιά καθαρή.
Κάποιον που ξέρει από ήττες. Και νίκες. Ξέρεις. Καταλαβαίνεις τι λέω.
 Μπορώ να σου δείξω πώς, άμα θέλεις. Άν αντέχεις. Αν θέλεις να μάθεις να σηκώνεσαι όταν πέφτεις. Ξέρω ότι τόχεις. Και ας μην το ξέρεις. Δεν τόχουν όλοι. Σπάνιο. Πιά, το ξεχωρίζω. Αμφιβάλλεις, το βλέπω στο βλέμμα. Θα σου δείξω εγ’ω πώς να κοιτάς. Καθαρά. Ίσια. Στο στόχο.

Έλα, μη φοβηθείς. Έλα, μόλις βγεί ο δράκος. Μόλις ξεθωριάσει το παραμύθι με τον ιππότη και το άσπρο άτι. Εδώ θάμαι. Αν το ζητήσεις.
Ναι, και γω μπορεί να πέσω. Δεν θάναι η πρώτη φορά. Ούτε η τελευταία.

Εδώ είμαι. Εγώ και η πανοπλία. Μονάχος. Κάτω. Στα γόνατα. Ξανά.  
Κανένα δεν περιμένω. Κανείς δεν θάρθει. Οι δράκοι δεν περιμένουν. Δεν φεύγουν με παραμύθια.

«Σήκω», είπε η πανοπλία. «Σήκω, αργήσαμε».

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013

Eδώ Πολυτεχνείο μου! (επί προσωπικού)



«Καλά να πάθουν τα τσογλάνια!». Καβάλα, 18 Νοέμβρη 1973. Στα έντεκα. Εικόνες στην ΥΕΝΕΔ. Η καγκελόπορτα πεσμένη. Τοίχοι γραμμένοι. Τζάμια σπασμένα. Δεν καταλαβαίνω. Νοιώθω. Κάτι έχει συμβεί. Συμβαίνει.
Ο γείτονας, βασιλοχουντικός, ερμηνεύει: «Τα τσογλάνια». Οι φοιτητές. Ο αγράμματος.
Η μάνα μου ακούει. Αμίλητη. Με κοιτάει βουρκωμένη. Δεν ξέρω γιατί. Γιατί. Κάτι έχει συμβεί. Κακό. Αμίλητο.

«Τι ζητάγατε μέσα στο Πολυτεχνείο;». ΚΕΒΟΠ, 20 Νοέμβρη 1973. Ο Mαστοράκης. Μαύρο γυαλί. Λευκά ψέματα. Ανάκριση σε ασπρόμαυρη οθόνη. Φάρσα. Βλέμματα τρομαγμένα. Ψυχρός ο φακός, γράφει. Φόβος. Σπασμένες οι φωνές. Φόβος.
Στο δρόμο. Στη γειτονιά. Ακόμη και εδώ, στη μικρή πόλη. Σιωπή. Βλέμματα κάτω. Βαρύς χειμώνας. Βαρεία μυαλά.
Δεκαετίες μετά. Ο γιός του τότε διοικητή του ΚΕΒΟΠ, πλέον συγγενής. Παράξενες τούμπες της ζωής.

«Τριήμερη αποβολή, σ’όποιον πάει». 1ο Αρρένων. 16 Νοέμβρη 1976. Η Ταμαμίδου. Ψηλά, στα σκαλιά. Έξαλλη. Γκρί. Σαν τη ρόμπα της. Ο γυμναστής σε ρόλο ΜΑΤ. Φωνές. Άγρια βλέμματα. Κόκκινα μάτια.
Στεφάνι στους νεκρούς; Αποβολή! Η Χούντα έπεσε. Όμως, νάτην. Όρθια. Ζωντανή. Ψηλά, στα σκαλιά. Στο προαύλιο. Γκρί. Να φτύνει σάλια, μαζί με τις κραυγές.

«Πάγωσε η τζιμινιέρα». Σινέ «Απόλλων». 17 Νοέμβρη 1978. Ούτε θυμάμαι πώς πήγα. Με ποιόν. Γιατί. Όμως, είμαι εκεί. Λάθρα. Είμαστε εκεί.
Στη σκηνή, η κομπανία. Ούτε θυμάμαι πώς πήγα. Θυμάμαι την έκσταση. Τα λόγια. Τα χρώματα. Τις χαμογελαστές ανάσες. Καταλαβαίνω. Πια, καταλαβαίνω. Δεν νοιώθω μόνο. Τη ποίηση στις νότες του Λοϊζου. Τις νότες στα λόγια του Λάδη. Φρέσκα. Κόκκινα. Γροθιά.
«Σηκώνουν τα πανώ». Κάλιο να πάμε όλοι μετανάστες. Από τότε. Είμαστε εδώ.

«Δεν θα δείρουμε απόψε;». Aθήνα. Ηπείρου και Αριστοτέλους. 17 Νοέμβρη 1980. Φοιτητής. Φοιτητές. Γιώργος. Νίκος. Λίτσα. Στέφανος. Club «Κύτταρο». «Socrates». Mακρυά απ’την πορεία. Δίπλα στην πορεία.
Η συναυλία τελειώνει. Μεσάνυχτα. Ροκ χαμόγελα. Ροκ νειάτα. Φοιτητές. Κλούβες. Φρένα. ΜΑΤ. Φωνές. Τρεις διμοιρίες. Για έξι παιδιά. Τοίχος ασπίδες. Δάσος γκλόμπ. Μαύρα σαν βρισιά. Σαν χούντα. Φωνές. Φόβος.
«Δεν θα δείρουμε απόψε;» Tρείς διμοιρίες. Κουμής. Κανελοπούλου. Νεκροί. Μπροστά στη Βουλή. Δεν το ξέρουμε. Ροκ στη πράξη. Σκληρό ροκ. Της ζωής. Του θανάτου. Μας αφήνουν με κάτι "ψιλές". Ευτυχώς.
Η Λενάρα ήταν εκεί. Με τους «Ρηγάδες». Εμείς όχι. Θα μπορούσαμε. Την πέταξαν κάτω. Κλωτσιές στη κοιλιά και στο κεφάλι. Ήταν εκεί. Μπροστά στη Βουλή. Εμείς όχι. Ευτυχώς. Δυστυχώς.

«Ήμουν μέσα». Καβάλα. Αύγουστος 2011. «Νικηφόρος». Γλυκειά βραδυά. Για αλήθειες. Σάκης. Φίλος αγαπημένος, της ενηλικίωσης. Η κουβέντα λέγεται ανάλαφρα. Όπως όλα τα βαρειά πράγματα. Χωρίς περηφάνεια. Χωρίς ανασφάλεια. Απλώς, λέγεται. Μικρή. Σαν βουνό.
«Ήμουν μέσα». Ήρεμα μάτια. Ήρεμη φωνή. Γλυκειά βραδυά. Γλυκός άνθρωπος. Για αλήθειες.

Παράξενο μίξερ η μνήμη. Κολάζ εκτός ελέγχου. Λειαίνει την αιχμή. Την ακονίζει. Τη βάζει σε συρτάρια. Πλυμμένη. Καθαρή. Τη κλειδώνει. Ξεχνάς.
Μπαίνουν άλλες από δίπλα. Από πάνω. Οι μέρες φέρνουν. Πέρνουν. Παιρνούν.
Παράξενο ελατήριο η μνήμη. Τινάζεται εκτός ελέγχου. Καθαρό. Ακονισμένο. Με το τίποτε. Θυμάσαι.

Αρκεί ένα όνομα. Ντερτιλής. Ιωαννίδης. Μαστοράκης. Αρκεί μια εικόνα. Το τάνκς. Η πόρτα. Τα ρεπορτάζ.
Αρκεί ένας ήχος. «Εδώ Πολυτεχνείο». Ή ένα στιχάκι. «Σώπα όπου νάναι θα σημάνουν οι καμπάνες». «Λευτεριάς λίπασμα οι πρώτοι νεκροί».

Εδώ Πολυτεχνείο μου. «Στην αγωνία αυτού του τόπου για ζωή», όλα είναι συνειδητά.
Καλή επέτειο, αδέλφια.

Σάββατο 29 Ιουνίου 2013

Eίμασταν πάντα έτσι ή η κρίση βγάζει στον αφρό ό,τι κακό είχαμε μέσα μας ως λαός;

 
Διαβάζω από το πρωί και με εντυπωσιάζουν τα απαράδεκτα σχόλια για την ασθένεια και την αδυναμία του Αντώνη Σαμαρά που τον ανάγκασε να διακόψει την ομιλία στο συνέδριο του κόμματός του. Είναι δυνατόν να χαίρονται τόσοι Έλληνες για την αρρώστια κάποιου συνανθρώπου τους;
 
Να θεωρούν δικαίωμά τους, ίσως και υποχρέωση, να κάνουν άλλο ένα βλακώδες, κακεντρεχές χοντροκομμένο καλαμπούρι για να δείξουν τα δόντια τους μπροστά σε μια δύσκολη στιγμή κάποιου άλλου; Τόσο μίσος; Τόση αγένεια;

Και μετά αναρωτιόμαστε γιατί πληθαίνουν οι τάξεις του κόμματος που πρεσβεύει το μίσος και την βία. Που μάχεται το διαφορετικό, την δημοκρατία την ίδια. Διότι για άλλη μια φορά επιλέγουμε αυτό που μας μοιάζει, που λέει πράγματα που σκεφτόμαστε. Που δεν τολμούσαμε να πούμε μόνοι μας.

Στέκομαι κάθε μέρα, σχεδόν μαζοχιστικά, στο περίπτερο και διαβάζω τίτλους εφημερίδων: «Κούφιες ελπίδες ο αγωγός». «Φούσκα ο προβλήτας της Cosco». «Δεν ισχύει το success story του ελληνικού τουρισμού». «Χαμένος κόπος οι προσπάθειες για εξαγωγές ελληνικών προϊόντων». Τι άθλιο εμπόριο μιζέριας και κατάθλιψης!
Ποιός είπε στους ηλίθιους καλοταϊσμένους πολυθεσίτες κονδυλοφόρους, ότι το κακό πουλάει; Ποιός τους διατάζει να κλείνουν ερμητικά κάθε μικρή χαραμάδα ελπίδας που πάει να ανοίξει; Γιατί αισθάνονται την ανάγκη να καταστρέφουν ό,τι άλλοι δημιουργούν; Από ζήλεια που οι ίδιοι δεν έμαθαν καν ελληνικά; Από επαγγελματικό ή από κομματικό καθήκον προς αυτούς που τους συντηρούν στα κρατικά και ιδιωτικά payrolls;
Και βέβαια, είναι σίγουρο πως όλα αυτά τα λιβελογραφήματα του χάους, κάποιοι τα διαβάζουν, τα διαδίδουν, τα ασπάζονται. Και τα κάνουν κομμάτι της καθημερινής κουβέντας τους, της σκέψης τους, της πρακτικής τους.

Δεν καταλαβαίνω την χώρα μου και κυρίως, δεν καταλαβαίνω εμάς τους ίδιους. Πάντα έτσι είμασταν; Πότε σάπισε τόσο πολύ μέχρι την ρίζα το γύρω μου; Τόσο απασχολημένος ήμουν με όσα κάνω εγώ και οι λίγοι φοβάμαι, άλλοι, σαν εμένα; Κοιτώντας να δημιουργήσω, να βελτιωθώ, να δουλέψω, να έχω μυαλό και βλέμμα καθαρό; Πώς δεν το κατάλαβα;

Συγχωρήστε με, δεν λέω ότι είμαι καλύτερος από κανέναν. Ούτε ότι εγώ είμαι ο καλός και οι άλλοι οι προβληματικοί. Μακρυά από μένα.
Δεν θεωρώ ότι κάνω κάτι ιδιαίτερο, πράττω το αυτονόητο. Το ανθρώπινο. Το ελληνικό. Ούτε δάφνες διεκδικώ, ούτε βραβεία. Μια ανάσα διεκδικώ, μία ηλιακτίδα ελληνικού ήλιου, ένα χαμόγελο από τον διπλανό.
Τι κρίμα! Ειλικρινά αναρωτιέμαι ολοένα και συχνότερα τελευταία, όχι πια αν θα σωθούμε, αλλά αν αξίζουμε την σωτηρία και αν πρέπει να μας σώσει κάποιος.

Γιατί μονάχοι μας δεν μπορούμε, αυτό είναι πλέον ολοφάνερο.

Τετάρτη 1 Μαΐου 2013

Ζήτω η εργατική Πρωτομαγιά! (the Greek version, 2013)



Ζήτω οι ασφαλώς εργαζόμενοι στα μέσα μαζικής μεταφοράς που επιλέγουν σοφά να κάνουν την στάση εργασίας τους από τις 6 μέχρι τις 9 (δηλαδή μέχρι τις 10).
Καθώς όλοι ξέρουμε ότι εκείνη την ώρα όλοι οι βιομήχανοι, οι μεγαλοτραπεζίται και οι εφοπλισταί πέρνουν τα λεωφορεία και τα τρόλλευ για να πάνε στα πολυτελές γραφεία τους και να ξεκινήσουν να ρουφάνε το αίμα της εργατιάς με το μπουρί.

Αγωνιστικούς χαιρετισμούς στους 1.500 εργατοπατέρες, επαγγελματίες αγωνιστές και στελέχη της κομματικής νομενκλατούρας που κανόνισαν την δυναμική, γεμάτη παλμό συγκέντρωσή τους στο Σύνταγμα στις 10:30 πμ.
Κάνοντας τις μετακινήσεις σχεδόν αδύνατες και παραλύοντας για 4 ώρες το κέντρο μιας πόλης 4.000.000, μαζί με την πολύπαθη, μισοπεθαμένη, ταλαιπωρημένη και ασφυκτιούσα αγορά, πασχαλιάτικα.
Χαλάλι όμως, καθώς το ισχυρό κτύπημα που δέχτηκε ο καπιταλισμός από την δράση αυτή, ήταν καθοριστικό. Οπότε, αποδεκτές και οι «παραπλεύρες απώλειες».

Μπράβο και στους, εκτός ΠΑΜΕ, 300 συναγωνιστές που κανόνισαν την ίδια ώρα την δική τους μεγαλειώδη μάζωξη στην Πατησίων, αποκλείοντας στρατηγικά και όσους μένουν απο εκείνη την μεριά της πόλης.
Μαζί με όσους ...πονηρούς σκέφτηκαν να πάνε από κει για να μην ταλαιπωρηθούν και να μην μπλοκαριστούν από τα συντρόφια του ΠΑΜΕ, στο Σύνταγμα. Με τέτοιες οργανωμένες μέθοδες, κατακτάμε τα δικαιώματά μας.

Καθώς, ως γνωστόν, νόμος είναι το δίκηο του εργάτη. Που δεν μπορεί να πάει στην ώρα του στην δουλειά που κρατάει με νύχια και με δόντια, εκτός και αν πάει με ταξί, περπατώντας ή αν βγάλει φτερά.
Δηλαδή του εργάτη, όπως τον ορίζουν οι εργατοπατέρες του ΠΑΜΕ και των «λοιπών δημοκρατικών δυνάμεων».

Στο κάτω-κάτω, η Πρωτομαγιά δεν είναι αργία, είναι απεργία. Και όποιος δεν συμμορφώνεται οικειοθελώς, κακό του κεφαλιού του.

Καλή εργατική Πρωτομαγιά, σύντροφοι. Και του χρόνου δυνατά, να γκρεμίσουμε ξανά τον καπιταλισμό και να κάνουμε άλλο ένα άλμα προς την λαϊκή κυριαρχία.

Τετάρτη 10 Απριλίου 2013

Διπλή ομιλία στο πολυσυνέδριο "ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑΣ 2013" (Σάββατο 13 Απριλίου Μέγαρο Μουσικής)




Οι δύο τοποθετήσεις μου γίνονται στο πλαίσιο του καταξιωμένου πολυσυνεδρίου "ΠΑΝΟΡΑΜΑΤΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑΣ 2013", κατά την δεύτερη μέρα του (Σάββατο).

Η πρώτη, εντάσσεται στην ενότητα "Καινοτομική επιχειρηματικότητα στο τομέα των Τροφίμων" και αναφέρεται στην δυναμική συμβολή του branding στις εξαγωγές και στις πωλήσεις των ελληνικών προϊόντων. (13:15 - 14:45, Αίθουσα Σκαλκώτα).

Η δεύτερη, εντάσσεται στην ενότητα "Design και branding: μοχλοί καινοτομίας και εξωστρέφειας για το ελληνικό επιχειρείν", όπου θέμα μου είναι η Ταυτότητα προορισμού (City branding) και η σημασία του στην αειφόρο τουριστική ανάπτυξη ελληνικών προορισμών. (15:30 - 17:00, Αίθουσα MC2).


Για περισσότερες πληροφορίες, για το πλήρες πρόγραμμα και κρατήσεις θέσεων:
http://www.pan-orama.org/

Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2012

'Η στραβός είναι ο γιαλός, ή στραβά αρμενίζουμε!



ΕΠΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ

Ζητώ προκαταβολικά συγγνώμη για το προσωπικό ύφος του σχολίου αυτού. Δεν το συνηθίζω, αλλά το ότι είναι “επι προσωπικού”, ελπίζω να το δικαιολογεί.

Οι απόψεις του κ. Καραπαπά (*) μου δίνουν την ευκαιρία να τινάξω τη λάσπη που, αρκετά χρόνια τώρα, διάφοροι επαγγελματίες “καλοθελητές” προσπαθούν να κολλήσουν και σε μένα, μεταξύ πολλών άλλων. Έχοντας όχι εμένα ως στόχο (γιατί άλλωστε), αλλά άλλον. Το γιατί δεν το πέτυχαν, ίσως φανεί από όσα θα πω, που είναι παραπάνω από γνωστά στους “παροικούντες”. Κι’ας κάνουν τις παρθένες!

Δεν απαντώ επειδή ενοχλήθηκα, ούτε γιατί κάτι εξαρτάται απ’αυτό. Όμως, η κακοήθεια πρέπει κάποια στιγμή να απαντιέται. Δεν εθελοτυφλώ ότι θα αλλάξει κάτι. Οι αιτίες του θλιβερού αυτού φαινομένου, πάντα φτηνές και ιδιοτελείς, ισχύουν πάντα και έτσι η “πρακτική” θα επαναλαβάνεται.

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Καβάλα. Εργάζομαι στην Αθήνα, όπου σπούδασα και …ξέμεινα. Συνδημιούργησα ένα από τα σημαντικότερα ελληνικά γραφεία εξειδικευμένης επικοινωνίας (branding), με 29 χρόνια ανοδική δημιουργική πορεία και εκτενές πελατολόγειο μεγάλων και μικρότερων, ελληνικών και πολυεθνικών εταιριών.

Μελέτες μας έχουν επανειλλημένα βραβευτεί στην Ελλάδα και το εξωτερικό, και εγώ έχω υπάρξει πολλές φορές κεντρικός ομιλητής σε επαγγελματικά συνέδρια και ημερίδες. Μια μικρή έρευνα στο Google, θα δώσει περισσότερες πληροφορίες, σε όποιον ενδιαφέρεται.

Σημείωση: Για πάνω από 20 χρόνια, σχεδόν κανείς πελάτης μας δεν ήταν από την Καβάλα. Και μέχρι σήμερα, κανένας πελάτης της πόλης μας δεν αποτέλεσε σημαντικό τμήμα του τζίρου μας. 

Παρότι δεν ζω στην Καβάλα, συνειδητά συντηρώ τη στενή μου σχέση με τους ανθρώπους και τον τόπο μου. Και πως αλλιώς: γονείς, φίλοι παιδικοί, συγγενείς, εικόνες, συναισθήματα, όλα εδώ. Εδώ και η οικογενειακή μου μερίδα. Εδώ η πατρίδα μου και η πατρίδα των παιδιών μου.

Γι΄αυτό, δεν επιτρέπω σε κανέναν να αμφισβητεί την αγάπη μου και την ειλικρίνια του ενδιαφέροντός μου για την πατρίδα αυτή. 


Σε κάποια βέβαια απ’ όσα λέει ο κ. Καραπαπάς (*), έχει δίκηο: Στάθηκα “πλούσιος” σε ένα τουλάχιστον τομέα. Υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι στην Καβάλα και αλλού, που με τιμούν με την φιλία και την εμπιστοσύνη τους.

Μεταξύ αυτών, ο κ. Σημιτσής από παλιά και ο κ. Γκόνης, αυτός πιο πρόσφατος. Βλέπετε, ο καθένας μας έχει τους φίλους που του αξίζουν.

Όμως προσοχή, η “φιλία” και τα “φράγκα” που τόσο εκτιμούν κάποιοι, έχουν μία και μόνη ομοιότητα: αρχίζουν από “φ”. Κακώς τα μπερδεύουν, δεν κάνει!

Ακόμη, δεν είναι άγνωστη η συμμετοχή μου στη νικηφόρα ομάδα που οδήγησε στις 2 επιτυχείς εκλογικές προσπάθειες του σημερινού Δημάρχου μας. Τέλος, συνεργάζομαι κατά καιρούς με τον Δήμο Καβάλας, σε συγκεκριμμένες μελέτες του αντικειμένου μου. 

Και κάπου εδώ αρχίζουν οι κακοήθειες. Πόσες μελέτες; Πόσα …“φράγκα”; Εύκολο να βρεθούν τα στοιχεία από τον οποιονδήποτε, είναι όλα στο διαδίκτυο. Προκαλώ όμως όποιον τα ψάξει, να αναζητήσει και την πραγματική αναλογία τους με το σύνολο των σχετικών μελετών που κάνει κάθε χρόνο ο Δήμος. Και ίσως βρεθεί προ εκπλήξεως.

Αλήθεια, όταν επί Εριφυλλίδη όλες οι δουλειές πηγαίναν σε συγκεκριμμένη κυρία για 8 χρόνια, αναρωτήθηκε ποτέ κανείς; Εξηγήθηκε ποτέ γιατί τόσο μεγάλο κομμάτι δουλειών της πρώην νομαρχίας πήγαινε σε εκδότη που τον διαβάζει μόνο ο στενός οικογενειακός του κύκλος; 

Και για να τελειώνουμε: - Δεν απολογούμαι σε κανέναν για όσα πιστευω και εκτιμώ.
- Δεν θα σταματήσω να γράφω για αυτά, ότι και αν κάνουν
- Δεν κάνω δημόσιες δηλώσεις νομιμότητος και …νομιμοφροσύνης.
- Δεν διαπραγματεύομαι την αγάπη μου για την Καβάλα. Όσοι με ξέρουν, ξέρουν. 
- Δεν επιτρέπω σε κανέναν να αμφισβητεί το επαγγελματικό ήθος και την τιμιότητά μου, το γνωρίζει όλη η αγορά. 

Επιτέλους, ας σοβαρευτούμε στην πόλη αυτή. Ας σταματήσουμε να προσπαθούμε να βγάλουμε ο ένας το μάτι του άλλου. Και ίσως τότε καταφέρουμε να πετύχουμε όλα όσα μπορούμε.

Διευκρίνιση (*) 
Ο κ. Καράπαπας, άγνωστος σε μένα μέχρι χθές, σε 2 σχολιά του στο facebook στην ομάδα «ΘΕΑΤΡΟ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ», έγραψε προσωπικά για μένα τα παρακάτω, που παραθέτω εδώ για λόγους αρχής αλλά και για να είναι σαφέστερο το δικό μου σχόλιο επί προσωπικού που προηγήθηκε: 

ΠΡΩΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΑΡΑΠΑΠΠΑ:
“Δεν είχα σκοπό να παρέμβω, και με συγχωρείτε γι αυτό, καθώς δεν είμαι άνθρωπος του θεάτρου. Ωστόσο, παρακολουθώ εξ'αποσ

τάσεως τόσο τις ενέργειές σας, όσο και τα προφιλ αρκετών από εσάς, γιατί πάντα με ενδιαφέρει τί γίνεται στην πόλη μου. Διαβάζοντας μερικές γραμμές παραπάνω, η ηλικία μου και μόνο δε μου επέτρεψε να σωπάσω. Γιατί αρκετά σωπάσαμε μέχρι τώρα...

Συγγνώμη λοιπόν κ.Γανίτη, για να καταλάβω. ο κ.Μπρουσσαλης είναι το ίδιο ατομο που δημοσιεύει κατα καιρούς εργα του κ.Γκονη στο προφίλ του (και καλά κάνει), που έχει πάρει εργολαβία την υπεράσπιση του κ.Σιμιτσή (με τόσες απαντήσεις, τόσο έντονα, τόσο υποκειμενικά και σε τόσα μετωπα, που καμιά φορά νομίζω πως είναι ο ίδιος ο Σιμιτσής!) και το ίδιο άτομο που παίρνει τις δουλειές ως γραφίστας/τυπογράφος (συγχωρέστε με, δε γνωρίζω ακριβώς) τις δουλειές του Φεστιβάλ του Γκόνη και του Δήμου του Σιμιτσή; Και αύριο-μεθαύριο, από ότι καταλαβαίνω, και του ΔΗΠΕΘΕ του Γκόνη;

Και παλεύετε όλοι σας να θέσετε επιχειρήματα απέναντί του; Αλήθεια, αν όλα αυτά είναι πραγματικότητα, ο μάγκας κερδίζει... και κερδίζει πολλά... όλοι εσείς (κα. Φουρναράκη, κ. Μερκουρόπουλε, κα. Κολτσακίδου, κ. Κρεδα, κ. Μπατζόλη, κ. Μαδεμτζιδη, κ. Τόλη και λοιποί.) πόσα κερδίζετε (σε φράγκα! όχι γενικώς...) από το Φεστιβάλ ή από το ΠΟΙΟΣ θα είναι καλλιτεχνικός διευθυντής; Αν και εσείς δεν κερδίζετε τα ίδια φράγκα, τότε λυπάμαι για τον κόπο που ξοδεύετε σε αυτήν την αντιπαράθεση...

ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΧΟΛΙΟ ΚΑΡΑΠΑΠΠΑ:
(να γράψω και δεύτερη φορά μέσα σε μια μέρα, ποιος τη χάρη μου). Σύγγνωμη αν σας αδίκησα. Δεν έχω καμία μα καμία διάθεση να αντιπαρατεθώ μαζί σας. Το κείμενό μου απευθυνόταν αποκλειστικά και μόνο στους υπολοίπους συνομιλητές. Αλλά μια και, όπως συνηθίζετε, κάνατε το καθήκον σας, τί θα λέγατε να ξαναφέρναμε τη μπάλα από την κερκίδα;
Τί από αυτά που έγραψα δεν αληθεύει; Για τη συμπάθεια/φιλία με τον Γκόνη (θεμιτή και καλοδεχούμενη) ή τη εργολαβική υπεράσπιση του Δημάρχου δε μπορείτε να μου πείτε κουβέντα. Δε σας πιστεύω περισσότερο από τα μάτια μου...
Όσο για τις δουλειές (αυτές, με τα φράγκα!) κάντε μας τη χάρη σας παρακαλώ και βουλώστε τα στόματα των Γανίτηδων...
Γράψτε μας ΞΕΚΑΘΑΡΑ και ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ (με κεφαλαία δε λένε οι νέοι ότι φωνάζουμε στο ίντερνετ; ) τις (νόμιμες κατά τα άλλα) δοσοληψίες σας με το Δήμο του Σιμιτσή και το Φεστιβάλ του Γκόνη... αποδείξτε μας πως συμμετέχετε σε αυτόν τον διάλογο ως εραστής της τέχνης (όπως οι υπόλοιποι νομίζω) και χωρίς κανένα οικονομικό όφελος και να είστε σίγουρος πως θα ακούσετε πολλές "συγγνώμες". Αλλά ως ότου να το κάνετε (που δε θα το κάνετε δηλαδή), κάπου εδώ θα είμαστε όλοι να το θυμίζουμε. Όχι σε σας. Εσείς τη δουλειά σας κάνετε (και πολύ καλά μάλιστα!). Στους υπόλοιπους (συμπαθάτε με) "ταλαίπωρους"...

Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012

Ούτε η φωτιά δεν νικάει την ανοησία!

Η φωτιά της προηγούμενης Πέμπτης στην Καβάλα, άφησε σβήνοντας πολλά σημάδια:
- Καμμιά δεκαριά στρέματα δασώδους περιοχής, καμμένα (ευτυχώς, μόνο τόσα!)
- Δέκα-δεκαπέντε δέντρα καμμένα (επίσης, τόσα λίγα, ευτυχώς!)
- Ζωντάνεψε τραγικές μνήμες (συγχωρέστε με, αλλά και πάλι από μία πλευρά, ευτυχώς!)
- Όξυνε τα αντανακλαστικά όλων και απέδειξε ότι η πόλη είναι σε εγρήγορση, φορείς και πολίτες.

Όμως, εκτός από αυτά, κατέδειξε και άλλα, δυστυχώς:
- Απίστευτη ευκολία να αποδεχτούμε και το πιο χοντρό ψέμα, και να το αναπαράγουμε, χωρίς καν να το σκεφτούμε 
- Τεράστια ανάγκη να βρούμε “εχθρούς”, “προδότες”, “εγκληματίες” και “αντιπάλους”, ακόμη και εκεί που δεν θα έπρεπε να ψάχνουμε καν
- Εντυπωσιακή προθυμία να έχουμε ...γνώμη, αυτή την εύκολη, βρώμικη και πιασάρικη που ”όλοι λένε” και κανένας δεν παραδέχεται ότι πρωτοσκέφτηκε
- Από τον απαράδεκτο αυτό κανόνα, δεν ξεφεύγουν ούτε τα τοπικά ΜΜΕ
- Πολιτική σπέκουλα και εύκολη, αισχρή “αντιπολίτευση” με χαιρεκάκια, βλακώδη υπονοούμενα και τερατώδεις λαϊκισμούς, πάνω από τα καμμένα
- Το τόσο απαραίτητο έργο της Περιμετρικής που ίσως απομακρύνεται για άλλη μια φορά, αφήνοντας για αρκετά ίσως χρόνια ακόμη το κέντρο της Καβάλας έρμαιο του καθημερινού, καθόλου αναγκαίου μποτιλιαρίσματος, των καυσαερίων και του ήδη βεβαρυμένου παράνομου παρκαρίσματος.

Αποδεικνύεται ξανά ότι η ανοησία είναι σχεδόν ανίκητη. Ούτε την φωτιά δεν φοβάται!

Τέλος, με τη σειρά μου, θα πω ένα μεγάλο ευχαριστώ και ένα μπράβο:
- στους πανάξιους εθελοντές 
- στους Καβαλιώτες που βοήθησαν (και όχι σε όσους απλώς …έβλεπαν)

Αλλά, επίσης και:
- στους άντρες και στους πιλότους της Πυροσβεστικής
- στους άνδρες της ΕΛΑΣ
- στους ανθρώπους, στα στελέχη και στη διοίκηση του Δήμου που ήταν αμέσως στο σημείο, που διατηρούν τους χωματόδρομους ανοικτούς, τις δεξαμενές γεμάτες και κάνουν ό,τι μπορούν, παρά το ελάχιστο προσωπικό που διαθέτουν πλέον. 
Για να τα ακούνε και από πάνω, σε κάθε ευκαιρία.

Αυτά, και περαστικά μας (για την φωτιά είμαι σίγουρος, για την ανοησία δεν είμαι και πολύ αισιόδοξος).