Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011

Όπως είπε και ο Κικέρων στον Κατιλίνα: “Ο tempora, o mores!"

























Ο κιτρινισμός και η ενημέρωση ως επάγγελμα …


Παρατηρώ ως πολίτης εδώ και καιρό διάφορα δείγματα δημοσιογραφίας που καταντάει “δημοσιογραφία”. Τόσο κίτρινη, τόσο άρρωστη που μόνο λύπη ή θυμό προκαλεί. Που δεν έχει καμμία σχέση με την ενημέρωση: αυτή και η “δημοσιογραφία” έχουν πάρει διαζύγιο, καιρό τώρα. Και μάλιστα δύσκολο, όχι συναινετικό.

Το φαινόμενο είναι διεθνές και φυσικά η πατρίδα μας δεν αποτελεί εξαίρεση. Αναρωτιέμαι ειλικρινά πως φτάσαμε ως εδώ. Πως το ανεχτήκαμε ως κοινωνία.


Πως επιτρέψαμε σε ένα θεσμό που εξ ορισμού έπρεπε να είναι με το συμφέρον των πολλών, με το καλό της κοινωνίας, με τον αδύναμο, με αυτόν που δεν έχει φωνή, να κατρακυλήσει στο να γίνει επάγγελμα με την πιο στενή, την πιό χυδαία έννοια του όρου. Να γίνει συναλλαγή και συμφέρον.

Σκοτάδι αντί για φως. Πυλώνας του συστήματος που τάχθηκε να ελέγχει. Και από τις βασικότερες αιτίες στρέβλωσής του.


Πόσο τυχαίο είναι ότι στην συνείδησή μας, η έννοια “δημοσιογράφος” έφτασε να είναι δίπλα στην έννοια “επαγγελματίας πολιτικός”. Άλλωστε ποιός είναι ο άλλος πόλος της ευρείας κοινωνικής σήψης που oνομάζεται “πολιτικό χρήμα”; Ποιός είναι ο μόνιμος συνδαιτημόνας στα τραπέζια της διαπλοκής, σε όλο το κόσμο;

Όπως πάντα οι γενικεύσεις αδικούν κατάφορα τους πολλούς (άξιους δημοσιογράφους συχνά με μισθούς πείνας στην προκειμένη περίπτωση) που προσπαθούν ειλικρινά. Και είναι τόσο άδικο όσο και όταν λέμε: “όλοι οι πολιτικοί είναι κλέφτες, λαμόγια, τεμπέληδες, ανήθικοι”.

Εύκολα, απλουστευτικά συμπεράσματα που απέχουν πολύ από την πραγματικότητα.


Όμως, οι λίγοι και δυνατοί δίνουν το τόνο και το δικαίωμα σε μας που επέλεξαν να ενημερώνουν, να προστατεύουν κατά κάποιο τρόπο, να τους κοιτάμε με μισό μάτι.

Σε πολλές περιπτώσεις αυτό που συμβαίνει παντού κάθε μέρα σε τηλεοράσεις, ραδιόφωνα και έντυπα, στα δικά μου μάτια μοιάζει κάπως έτσι:

"…Έχω εφημερίδα (στήλη, μικρόφωνο, κάμερα), άρα μετέχω της εξουσίας. Και των κονδυλίων που αυτή μοιραία συνεπάγεται. Ανεβάζω και κατεβάζω κυβερνήσεις (ή διοικήσεις). Είμαι παντοδύναμος γιατί δεν έχω αντίλογο, τα λέω μόνος μου και τα παρουσιάζω όπως γουστάρω. Ή όπως με βολεύει. Ή όπως μου πει η διεύθυνση. Ή το λογιστήριο.

Εντάξει, πολλές φορές (εσκεμμένα ή από πλημμελή έρευνα ή από άγνοια) δεν λέω όλη την αλήθεια. Ή λέω το κομμάτι που δείχνει αυτό που έχω διαλέξει να πω. Άλλωστε ποιος θα μου αντιμιλήσει; Ποιός θα μπλέξει μαζί μου;


Όταν με βολεύει (πολιτικά, οικονομικά, ή …γιατί έτσι) γλύφω όποιον θεωρώ ότι προσωπικά με βολεύει. Και όταν αλλάξω άποψη, δεν μου κάνει την χάρη ή τα κέφια, τον κλωτσάω, τον φτύνω, τον λοιδωρώ.

Και αν τα αυτά τα “προσωπικά δεδομένα” μου, αλλάξουν το ίδιο απόγευμα, κάνω μια κολοτούμπα 180 μοιρών και ξεκινάω πάλι να γλύφω. Και πάλι από την αρχή. Και πάλι ωραίος θάμαι.


Πότε ροδαλό, χαμογελαστό εξαπτέρυγο, πότε Αρχάγγελος με την ρομφαία σηκωμένη. Πότε αγιογράφος, πότε άτεγκτος τιμητής. Ή όπως έλεγε και ο συγχωρεμένος ο Μανώλης: “Πότε Βούδας, πότε Κούδας, πότε Ιησούς κι’ Ιούδας”. Πάντα για το ίδιο θέμα, φυσικά. Επί δικαίων και αδίκων. Επί πολιτικών και πολιτών.

Ειδικά όταν αφορά τους τελευταίους, τους απλούς πολίτες; E, εκεί είναι που νοιώθω μάγκας. Παντοδύναμος!

Και δεν με ενδιαφέρει ιδιαίτερα αν αυτός που επιλέγω να …στηλιτεύσω με πάθος, έχει οικογένεια, πατέρα, παιδιά, φίλους, υπόληψη, επαγγελματική τιμή. Ή απλώς αισθήματα. Όλα αυτά είναι ασήμαντα μπροστά στο τι εγώ πιστεύω. Και κυρίως στο τι με συμφέρει. Ή στο τί πουλάει.


Εγώ θα τον εξευτελήσω, θα τον βρίσω, θα τον προσβάλλω με ελλιπή ή ελάχιστα στοιχεία, θα τον φιμώσω, θα τον διασύρω, θα φωνάξω την αισχρά υποκειμενική μου γνώμη (για να το θέσω πολύ κομψά) μέσα στα μούτρα του.

Και αν τον αδίκησα κατάφορα, και αν όσα του καταμαρτυρώ δεν έχουν καμμία σχέση με την πραγματικότητα και τι έγινε; Ας γινόταν και αυτός “δημοσιογράφος” να μου απαντήσει. Ή ας μου κάνει μήνυση. Και τέλος πάντων, ας βρεί τρόπο να δείξει σε όλους ότι δεν είναι το τέρας με τα 2 κεφάλια που εγώ περιγράφω…"

Αυτό που με ανησυχεί περισσότερο είναι που σχεδόν κανείς μας δεν μιλάει για τέτοια φαινόμενα. Τουλάχιστον όχι δημόσια. Σαν να μην μας ενοχλεί. Σαν να μην μας αφορά. Στην καλύτερη περίπτωση επιλέγουμε να το αγνοούμε σαν φαινόμενο. Μέχρι βέβαια να αγγίξει εμ;aς ή κάποιον κοντινό μας.

Αποδεχόμαστε έτσι την έκπτωση ενός ακόμη σημαντικού τομέα του δημόσιου βίου που όμως επηρεάζει έμμεσα ή άμεσα και τον ιδιωτικό μας. Δεν ξέρω τι θα μπορούσαμε να κάνουμε, αλλά αισθάνομαι ότι κοιτώντας από την άλλη δεν αλλάζει κάτι.


Βέβαια, η διεθνής κατρακύλα των κυκλοφοριών που ξεκίνησε πολύ πριν την κρίση, η δηλωμένη πολύ χαμηλή εκτίμιση μας προς τα “παραδοσιακά” μέσα ενημέρωσης (τηλεόραση, ραδιόφωνο, εφημερίδες κλπ) και η αντίστοιχη έξαρση του διαδίκτυου στον ρόλο αυτό, είναι έκφράσεις αυτής της άποψής μας και μια σαφής καταδίκη τους. Μια τιμωρία.

Εκείνο που δεν ξέρω είναι αυτή η στάση μας και η αντίστοιχη μείωση των εσόδων των επιχειρήσεων ΜΜΕ, κάνει τους “ιδιοκτήτες” και τους “δημοσιογράφους” να συνετιστούν, όπως θάπρεπε. Ή αν τους κάνει ακόμη πιο αυθάδεις, πιο υποκριτές, πιο υστερόβουλους, όπως φοβάμαι.

Αλήθεια, πως συντηρούνται τόσα κανάλια, τόσοι τίτλοι εντύπων, τόσα ραδιόφωνα σε μία τόσο μικρή αγορά όπως η Ελλάδα; Ή, τηρουμένων των αναλογιών, σε ακόμη μικρότερους τόπους;


Με ενοχλεί που η φράση του Κικέρωνα “Ω καιροί, ώ ήθη!” παραμένει τόσο σημερινή, τόσους αιώνες μετά. Είναι άλλωστε τυχαίο που ειπώθηκε για τον πιο γνωστό Ρωμαίο συνωμότη, που μάχονταν την δημοκρατία;

…και η “γενναιότητα” της ανωνυμίας (λέγε με "Καρτέσιο")


ΣΧΟΛΙΟ ΕΠΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ


ΚΑΡΤΕΣΙΟΣ – Νέα Εγνατία (Απόσπασμα δημοσιεύματος)

"…Σας καταλαβαίνω απόλυτα, κύριε Δημοσθένη Μπρούσαλη (κατά… facebook, Ethnike Maketista). Και μένα αν με ζούσαν οι δουλειές της δημαρχίας, την ίδια γλώσσα θα χρησιμοποιούσα για να γλείψω τον… αφέντη. Παλιό το σπορ και δοκιμασμένο. Αλλά ο κλήρος έλαχε σε εσάς. Άχαρος ρόλος, ομολογουμένως…¨

Mα και γω σας καταλαβαίνω απόλυτα, κύριε “Καρτέσιε” (κατά κόσμον …αλήθεια ποιός είστε;). Ευτυχώς. Και δεν είμαι ο μόνος.

Όμως, αντίθετα από σας, ακόμη και αν απέβλεπα σε δημόσιο χρήμα πάνω ή κάτω από το τραπέζι, δεν θα έγλυφα, δεν θα έφτυνα, δεν θα πρόσβαλα, δεν θα έβριζα για να μην χάσω το ψωμάκι μου (ή το παντεσπάνι μου). Η πολιτεία όλων μας άλλωστε, γνωστή.

Καταλαβαίνω ότι είναι αναπόφευκτο, σχεδόν αταβιστικό, να κρίνετε και τους άλλους εξ ιδίων. Γλύφετε (ή φτύνετε) με το ίδιο στόμα. Παλιό για σας το σπόρ και δοκιμασμένο. Άρα, γιατί και οι άλλοι να μην είναι σαν εσάς;

Δεν λέω κάτι καινούριο ή άγνωστο. Και το εντυπωσιακό είναι ότι τον ρόλο τον επιλέξατε, δεν σας έλαχε. Και φοβάμαι πως είστε και περήφανος για την δημοσιογραφία που ασκείτε και το ήθος σας.

Βέβαια, από την άλλη, αν είσασταν όντως περήφανος θα υπογράφατε με το όνομά σας, και δεν θα κρυβόσασταν πίσω από το “Καρτέσιος”. Αλήθεια, ποιος έγραψε την παράγραφο αυτή; Ή τον προχτεσινό ριπαρογράφημα για τον δήμαρχο και τον απεργό; για να αναφέρω μόνο τα πολύ πρόσφατα.

Kαι ας μην ξανακούσω την ίδια γελοία δικαιολογία ότι η στήλη γράφεται από πολλούς. Κάθε σχόλιο, κάθε παράγραφος, κάθε αράδα έχουν από πίσω τους άνθρωπο. Πως τον λένε; H γυναίκα του πως τον φωνάζει; Kαρτέσιο;

Nομίζω έχω δικαίωμα να γνωρίζω αυτόν που με κατακρίνει τόσο έντονα. Και, γιατί όχι, να τον συναντήσω κιόλας. Αν έχει την γενναιότητα να βγεί πίσω από το ψευδώνυμο.

Επειδή ξέρω ότι με διαβάζει, η πρόσκληση είναι ανοικτή. Περιμένω μία δημόσια επώνυμη απάντηση.

Μάλιστα, θα πρότεινα να την δώσει στο facebook, στον τοίχο μου και όχι στην στήλη του. Εκεί θα διαβαστεί μάλλον και από περισσότερους.

Πέμπτη 17 Μαρτίου 2011

Οι απεργοί πείνας στην Καβάλα και κάποια ερωτηματικά που μου ζητούν απάντηση!

Ως σκεπτόμενος πολίτης, παρακολουθώ το θέμα των απεργών πείνας στην πλατεία της Καβάλας, ακούω και διαβάζω τα πάντα και έχω κάποια ερωτήματα. Τα θέτω χωρίς να παίρνω θέση, όχι προφανώς γιατί δεν έχω άποψη αλλά σαν τροφή για σκέψη.

1. Αν και χρωστούν 7 νοίκια στο σπίτι όπου έμεναν, τους έγινε πράγματι έξωση ή όχι;

2. Αν τους είχε γίνει έξωση, μήπως θα ήταν λογικό κάτι τέτοιο εφόσον ο ιδιοκτήτης / σπιτονοικοκύρης αποβλέπει στο ποσόν του ενοικίου για την επιβίωση της δικής του οικογένειας;

3. Όντως απαίτησε εκβιαστικά εργασία από το Δήμο, απειλώτας με απεργία πείνας αν δεν του δινόταν άμεσα και με τους δικούς του όρους;

4. Αν είναι έτσι, πόσο σωστό θα ήταν αυτό για όλους τους άλλους ανέργους της πόλης μας;

5. Αρνήθηκε εργασία στην ΒΦΛ και σε άλλη μία δουλειά που του προσφέρθηκε;

6. Απαίτησε από τον άνθρωπο που του πρόσφερε την δουλειά αυτή μια σημαντική προκαταβολή για να πάει να δουλέψει;

7. Του πρότεινε ο Μητροπολίτης που έτυχε να είναι παρών να πάει από το γραφείο του για να δει πως μπορεί να τον συνδράμει; Kαι αν ναί, πήγε;

8. Αρνήθηκε χρηματική βοήθεια που του προσφέρθηκε από την Πρόνοια του Δήμου από κονδύλι που υπάρχει για τέτοιες έκτακτες περιπτώσεις;

9. Πήγε ο αντιδήμαρχος κος Μιχαλάκης εκεί στην πλατεία και του πρότεινε να τον προσλάβει για 2μηνη εργασία; Tην αρνήθηκε;

10. O αντιδήμαρχος εκπροσωπεί τον Δήμο ή όχι; Γιατί λέγεται ότι ο Δήμος δεν πήγε καν να δει τι συμβαίνει;

11. Τι ακριβώς καλείται να κάνει η Πρόνοια στην προκειμένη περίπτωση; Τι να παράσχει που είναι στις δυνατότητες και στις υποχρεώσεις της; Γιατί εγκαλείται;

12. Ο Ερυθρός Σταυρός και οι “Γιατροί χωρίς σύνορα” πήγαν να βοηθήσουν; Kαι αν όχι, γιατί; Είναι και αυτοί ξαφνικά αδιάφοροι και ανάλγητοι ή κάτι άλλο συμβαίνει;

13. Είναι αλήθεια ότι αυτό που απαιτεί ο άνθρωπος αυτός, το μόνο που δέχεται, είναι δουλειά στον Δήμο για 5 χρόνια; Πόσο ρεαλιστικό είναι σήμερα κάτι τέτοιο; Και πόσο δίκαιο για τους υπόλοιπους (εκτός από παράνομο) ;

14. Λέει ότι θέλει να συγκεντρώσει τα ένσημα για την σύνταξη. Αρα χρειάζεται τουλάχιστον 3.500 ημερομίσθια με τον νέο νόμο. Ακόμη και αν έβρισκε δουλειά για 5 χρόνια, έχει τα υπόλοιπα ένσημα για κάτι τέτοιο;

15. Κάνοντας την αριθμητική (5χρόνια x 12 μήνες x 25 μεροκάματα το μήνα = 1.500 μεροκάματα), χρειάζεται ακόμη 2.000. Έχει τόσα;

16. Kαι αν πράγματι τόσα έχει και οι υπολογισμοί μου είναι σωστοί, τελικά μόνο 7 χρόνια δούλεψε μέχρι τα 57 του (2.000 μεροκάματα / 300 μεροκάματα το χρόνο = 7 χρόνια περίπου); Αν και είχε τρία παιδιά; Και όπως όλοι θυμόμαστε δεν ήταν πάντα δύσκολο να βρείς μεροκάματο στην πόλη μας.

Θεωρώ αναγκαίο να δηλώσω οτι με τους ανθρώπους αυτούς δεν έχω πρόβλημα, ούτε αμφισβητώ την ανάγκη τους. Και κάθε άλλο παρά προσπαθώ να υποβαθμίσω το αδιέξοδο κάθε πολίτη, ακόμη και αν από λάθος επιλογές του κατέλειξε εκεί.

Έτσι συνειδητά δεν αναρωτιέμαι αν πράγματι πηγαίνουν εναλλάξ σπίτι τους, αν πράγματι κάνουν απεργία ή όχι, αν η κυρία στην εκπομπή του Κομνηνού έλεγε αλήθεια ή όχι, που φορτίζουν το κινητό με το οποίο είναι κάθε πρωϊ στα ραδιόφωνα κλπ.

Αναρωτιέμαι όμως για το πραγματικό μέγεθος του προβλήματός τους, το δίκαιο του αιτήματος τους σε σχέση με άλλους που έχουν επίσης ανάγκη στην πόλη μας, τον τρόπο που διεκδικούν όσα οι ίδιοι θεωρούν ότι τους ανήκουν κλπ.

Και σαφώς αναρωτιέμαι για τα ελατήρια όλων αυτών που τόσο μαχητικά τρέχουν να πάρουν το μέρος τους, διαγκωνίζονται για το ποιός βοήθησε και πόσο, για το τίνος πρωτοβουλία είναι η στήριξη των δύο αυτών ανθρώπων κλπ.

Γιατί μου φαίνεται ότι κάποιοι που έχουν αναλάβει σχεδόν εργολαβικά την “βοήθεια και την συνδρομή” παντός θέματος, παίζουν παιχνίδια επικοινωνίας για άλλη μια φορά, όπως και στην περίπτωση του Κολυμβητηρίου και του ΔΗΠΕΘΕ. Μόνο που αυτή την φορά το κάνουν στις πλάτες δύο ανθρώπων.

Και αυτό είναι πολύ ταπεινό και πρόστυχο, αν συμβαίνει.

Νόμος είναι το δίκιο το δικό σου;

Πρώτη προς καθολικώς διαμαρτυρόμενους επιστολή

λλά και προς αυτόκλειτους εισαγγελείς, παντογνώστες και όψιμους ενεργούς πολίτες)

Αφιερωμένο σε όσους δεν κουράστηκαν να έχουν δίκιο!

Η όλη λογική του παραλόγου που ζούμε όλοι εδώ και κάμποσους μήνες καταλήγει σε μια απλουστευμένη λογική. Και εξίσου απλουστευμένες και τελικά επικίνδυνες αρχές:

“ Αιρετός = λαμόγιο”.

“ Ακόμη και όσοι δεν τα παίρνουν, είναι άχρηστοι, άσχετοι, τεμπέληδες, βολεμένοι, ανίκανοι. Όλοι”

“ Απαιτώ ότι μούρθει, εδώ και τώρα. Και να κόψουν το λαιμό τους να μου το κάνουν”.

“Μόνο εγώ ξέρω τι πρέπει να γίνει, ποιό είναι το σωστό, πότε πρέπει να γίνει. Και απαιτώ να γίνει το δικό μου. Τώρα!”

“ Να φύγουν όλοι, να τους δείρουμε, να τους βάλουμε φυλακή”.

“ Όποιος δεν συμφωνεί μαζί μου, είναι για φτύσιμο, φερέφωνο, γλύφτης”.

“ Όλοι είναι ύποπτοι, εγκάθετοι, παρτάκηδες, προδότες μέχρι να αποδειχθεί ότι δεν είναι. Ή μέχρι να συμφωνήσουν με μένα. Καθώς εγώ έχω δίκιο.”

“ Δεν έχω καμμία υποχρέωση να τεκμηριώνω τις κατηγορίες μου, αυτοί πρέπει να αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες”.

“ Η αγένεια, η προσβολή, η βρισιά είναι ΟΚ γιατί πρώτον έχω δίκιο και δεύτερον δεν κολλάω σε τυπικούρες”.

“ Και αν τελικά δεν είχα δίκιο και τι έγινε; Σιγά μη ζητήσω και συγγνώμη”.

“ Άλλωστε άμεσα θα βρω το επόμενο “φλέγον” πρόβημα όπου και πάλι μονο εγώ ξέρω την λύση και όπου θα έχω δίκιο.”

Και φτού και από την αρχή!

Μετράω ήδη κάμποσα τέτοια θέματα: Κολυμβητήριο, ΔΗΠΕΘΕ, απεργοί πείνας . Διαφορετικά, αλλά και τόσο ίδια.

Ίδια μεθοδολογία, ίδια επιχειρήματα, ίδια συζήτηση “μια στο καρφί και μια στο πέταλο”. Και τελικά, οι ίδιοι άνθρωποι λίγο-πολύ.

Το ίδιο κούνημα δάκτυλου, οι ίδιες βρισιές, η ίδια επιθετικότητα, η ίδια έλλειψη πραγματικών επιχειρημάτων. Άλλωστε δεν τα χρειάζονται, έχουν δίκιο, μην τα ξαναλέμε.

Κατηγορούν γιατί έτσι είναι της μόδας, γιατί έτσι δείχνουν μέσα στο θέμα, μέσα στην τάση. Απλά, κατηγορούν. Χωρίς πρόταση. Με μισόλογα, με υπαινιγμούς, με κουτσομπολιά. Με …ατράνταχτους ισχυρισμούς:

“Έλα μωρέ, τα ξέρουμε τώρα”

“ Όλοι το λένε, έτσι είναι”

“Σιγά μη δεν είναι έτσι”.

Όταν (σπανίως) θεωρήσουν ότι έγινε και κάτι σωστό, τότε αυτό είναι αυτονόητο και δεν αξίζει ούτε αναφορά. Άλλωστε, εκείνοι ξέρουν άλλα 1.500 θέματα όπου όλα έγιναν στραβά, κάτω από το τραπέζι, πίσω από κλειστές πόρτες, για τους υμετέρους, με αυταρχισμό, με υπεροψία. Και αυτά είναι πιο σημαντικά από τα λίγα σωστά. Και σε κάθε περίπτωση, αυτοί έχουν δίκιο, μην ξεχνιόμαστε.

Ίσως οι χειρότεροι είναι όσοι βλέπουν σε όλα αυτά, μια ευκαιρία να κάνουν μικροπολιτική, να προβληθούν, να χτίσουν εικόνα, να φανούν. Όσοι κάνουν φτηνιάρικη, ανέξοδη αντιπολίτευση με τον χειρότερο λαϊκισμό. Μονοπολώντας την ευαισθησία, τον ανθρωπισμό, τις καλές προθέσεις. Εκμεταλευόμενοι τα προβλήματα των άλλων, τα κοινωνικά προβλήματα, τα προβλήματα της πόλης. Ειλικρινά δεν μπορώ να σκεφτώ πιο βρώμικη πολιτική.

Όλη αυτή η κατάσταση, με ενοχλεί σαν άνθρωπο, σαν πατέρα και σαν πολίτη. Με δηλητηριάζει. Αντιβαίνει στις βασικές μου αρχές. Πάει κόντρα στην άποψη μου για την ζωή, για την πρόοδο όλων, για το κοινό καλό. Για την πόλη και την χώρα μου.

Πιστεύω βαθειά ότι μόνο όλοι μαζί προχωράμε. Ότι όλοι έχουν το δικαίωμα σε ένα καλύτερο αύριο που θά’ρθει αν συνεργαστούμε και όχι τραβώντας ο ένας το άλλον πίσω.

Πιστεύω ότι όλοι έχουν δικαίωμα γνώμης, έκφρασης, και δικαίωμα να κάνουν λάθος. Όλοι δικαιούνται να θεωρούνται καταρχήν καλοπροαίρετοι, αθώοι και ειλικρινείς. Όχι καταρχήν κλέφτες, ρουφιάνοι, και αρπαχτικά.

Πιστεύω στους ανθρώπους, στον γειτονά μου, στον συνάδελφο. Στους άλλους. Τόχω ανάγκη για να προχωρήσω σαν άνθρωπος. Για να σταθώ όρθιος μέσα στο χαμό που μας δέρνει όλους. Και να βοηθήσω όσο μπορώ και όποιον μπορώ.

Πιστεύω στον διάλογο, στην δημοκρατία, στις ίσες ευκαιρίες. Στην θετική σκέψη. Στην καλή ιδέα που τις περισσότερες φορές δεν είναι καν δική μου.

Βέβαια, αυτός είμαι εγώ και τις δικές μου σκέψεις λέω. Δεν έχω άλλη δύναμη, μόνο αυτή. Την δύναμη του μυαλού μου, της στάσης ζωής μου και των 2 χεριών μου. Διεκδικώ το δικαίωμα να σκέφτομαι, να κρίνω, να έχω γνώμη. Το δικαίωμα να ακούω τις γνώμες των άλλων και το δικαίωμα να αλλάζω την δική μου γνώμη, όταν δεν είναι τελικά σωστή.

Αλλά αυτός είμαι εγώ και δεν έχω απαίτηση να εκφράσω κάποιον άλλο. Ούτε καν την φιλοδοξία. Όμως δεν ανέχομαι και όλη αυτή την συμπεριφορά που επηρεάζει εμένα, τον τόπο μου, όλους μας. Αξίζω, αξίζουμε κάτι καλύτερο από την διαρκή γκρίνια, την μιζέρια, τον καυγά, την αγένεια, την επιθετικότητα. Φτάνει!

Αλλά είμαι μόνο εγώ και δεν έχω τρόπο να το επιβάλω αυτό το “Φτάνει!”. Και να είχα δεν θα τόθελα. Μπορώ όμως να το πω. Να το γράψω. Να το φωνάξω. Ελπίζοντας να ακουστώ.

Θα χάσουμε αν δεν δούμε αυτά που μας ενώνουν. Αν επιμείνουμε να πετάμε πέτρες και να απαξιώνουμε τα πάντα, τους πάντες, την ζωή μας την ίδια. Θα χάσουμε, και εγώ αρνούμαι να χάνω όταν μπορώ να κερδίζω.

Το λιγότερο που οφείλω είναι να προσπαθήσω. Το χρωστάω σε μένα, στα παιδιά μου, στην πόλη μου, στην πατρίδα μου. Και ας μην τα καταφέρω όλα. Και ας κάνω λάθη.

Και ας μην έχω πάντα εγώ δίκιο. Ας το έχουν οι άλλοι!